Από το 2014 που χρησιμοποιούμε τον τίτλο STORM γιά το εκπαιδευτικό πρόγραμμα της ρωσικής πολεμικής τέχνης που διδάσκουμε, έχουμε ακούσει αρκετές φορές (άλλοτε από γνήσια περιέργεια και άλλοτε με τόνο φανερής καχυποψίας) τις ερωτήσεις «που στη Ρωσία έχει έδρα το σύστημα που εκπροσωπείτε;», «σε ποιά ρωσική ομοσπονδία ανήκετε;», «ποιός Ρώσος δάσκαλος σας έδωσε άδεια να διδάσκετε;» και άλλες παρόμοιας λογικής, που όταν γίνονται με αρνητική προδιάθεση έχουν βέβαια σκοπό να αμφισβητήσουν την «εγκυρότητα» (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό στο συγκεκριμένο πεδίο) της σχολής μας.
Κατ’αρχήν θεωρούμε αυτές τις ερωτήσεις (βασικά, ΟΛΕΣ τις ερωτήσεις) απολύτως θεμιτές και ο καθένας έχει δικαίωμα να τις θέσει. Για να απαντήσουμε εμπεριστατωμένα, όμως, αναγκαστικά θα πρέπει ανατρέξουμε στην ιστορία της ρωσικής πολεμικής τέχνης και στη διάρθρωση της μέσα από σχολές, πρόσωπα και την επικρατούσα λογική γύρω από τις πολεμικές τέχνες στη συγκεκριμένη χώρα – πληροφορίες που, όπως έχουμε διαπιστώσει, σχεδόν το σύνολο των ανθρώπων που ασχολούνται με τις π.τ. στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένων και των λίγων που ασχολούνται με την ρωσική π.τ., σε μεγάλο βαθμό (ή και τελείως) αγνοούν.
Πρίν από αυτό, όμως, ας πούμε πρώτα τα βασικά: το Ρωσικό Μαχητικό Σύστημα STORM ιδρύθηκε στο τέλος του 2014 από τον Βασίλη Σταματίου. Δάσκαλος του Βασίλη Σταματίου στην ρωσική πολεμική τέχνη υπήρξε ο Σπυρίδων Κατσιγιάννης, πιστοποιημένος εκπαιδευτής στο Σύστημα Γηγενούς Αυτοάμυνας της Ρωσίας ROSS από τον ιδρυτή του συστήματος, στρατηγό των Κοζάκων Alexander Ivanovich Retuinskih και πιστοποιημένος εκπαιδευτής στο Systema από τον ιδρυτή του συστήματος Mikhail Ryabko. O Σπυρίδων Κατσιγιάννης είναι επίσης πιστοποιημένος προπονητής Wu Shu Kung Fu από την Γ.Γ. Αθλητισμού, παλαιός πρωταθλητής Ελλάδας στο άθλημα του Sanda, προπονητής kettlebells και power lifting με πολλές διεθνείς αγωνιστικές διακρίσεις και γραμματέας της ΙΚΜF (Διεθνούς Ομοσπονδίας Αγωνισμάτων Μαραθωνίου με Kettlebells).
H διαδικασία διδασκαλίας/μαθητείας κράτησε από το 2004 ως το 2012, δηλαδή 8 χρόνια. Παράλληλα, ο Βασίλης Σταματίου παρακολούθησε σεμινάρια και μαθήματα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό (Λετονία, Γερμανία, Δανία) με εκπροσώπους διαφόρων σχολών της ρωσικής πολεμικής τέχνης (Mikhail Grudev του συστήματος IZVOR, Mikhail Ryabko, Vladimir Vasiliev, Daniil Ryabko και Andreas Weitzel του Systema, Aleksandar Kostic του Systema Homo Ludens, Vadim Kolganov του ROSS και του Sambo, Serghei Zukhov του Baltic Security School και Rob Ivanov του KRB), αποκτώντας έτσι μία πολύ ευρύτερη έκθεση στις διαφορετικές εκφάνσεις και προσεγγίσεις της ρωσικής πολεμικής τέχνης.
Παράλληλα, η μακρόχρονη μελέτη του Σπυρίδωνα Κατσιγιάννη πάνω στις επιστημονικές αρχές της εμβιομηχανικής και της διδασκαλίας κινητικών δεξιοτήτων γιά αθλήματα σύμφωνα με την σοβιετική μέθοδο (μέσα από βιβλία και συγγράματα της περιόδου) τον οδήγησε, ύστερα από κάποια χρόνια, στην αποκρυστάλλωση μίας πλήρους εκπαιδευτικής μεθοδολογίας που της δόθηκε ο τίτλος “Dynamo Concepts” (κάνοντας τιμητική χρήση του ονόματος Dynamo, που ήταν το σωματείο που συγκροτήθηκε στα πρώτα χρόνια της ΕΣΣΔ γιά να μελετήσει επιστημονικά την μάχη σώμα με σώμα και από το οποίο προήλθε το Sambo). Mέρος των συμπερασμάτων του κ. Κατσιγιάννη έχει αποτυπωθεί στο βιβλίο «Development of Technique & Tactical Skill: A practical guide for coaches, parents & athletes» που συνέγραψε μαζί με τον Πορτογάλο συγγραφέα και εκπαιδευτή Luis Preto και οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να βρουν στο Amazon.com.
H εκπαιδευτική μεθοδολογία Dynamo Concepts πέρασε στην ύλη της ρωσικής πολεμικής τέχνης που αργότερα, μαζί με τις επιρροές από δασκάλους όπως οι M. Grudev, Α. Retuinskih, A. Kostic, D. Vlasov και Kevin Secours και την προσωπική δουλειά/έρευνα του B. Σταματίου, κατέληξε να ονομαστεί Ρωσικό Μαχητικό Σύστημα STORM. ‘Αρα, γιά αυτούς που είναι φανατικοί με την ιστορία και γενεαλογία, το STORM ξεκινάει κυρίως από την «γραμμή» του ROSS του στρατηγού Retuinskih, έχει πολλά κοινά στοιχεία με σύγχρονα συστήματα όπως το IZVOR (Mikhail Grudev) και το NeoCombat (Dmitri Vlasov) και εμπεριέχει την μεθοδολογία Dynamo Concepts γιά την εμβιομηχανική εξήγηση και ενίσχυση της παραγωγής δύναμης και αθλητικής απόδοσης. Είναι μία από τις πολλές σύγχρονες σχολές της ρωσικής πολεμικής τέχνης, τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Αυτό που, ωστόσο, μπερδεύει και ξενίζει αρκετούς (ειδικά στην Ελλάδα) είναι η ίδια η ιδέα του να διδάξει κάποιος, οσοδήποτε έμπειρος, μία μέθοδο, ένα σύστημα, που δεν προϋπάρχει από πάντα, αλλά το έχει «συλλάβει» ο ίδιος. Η αντίδραση αυτή έχει τις ρίζες της όχι στην κοινή λογική, όπως ίσως θα περίμενε κανείς, αλλά στον διαδεδομένο τρόπο που γίνονται κατανοητά τα πράγματα στον χώρο των πολεμικών τεχνών κατά τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες, που κατά 100% προέρχεται από τον τρόπο οργάνωσης των πολεμικών τεχνών της Ιαπωνίας και της Κίνας.
Στις δύο αυτές χώρες, που αναμφισβήτητα έχουν προσφέρει πάρα πολλά στην πολεμική τέχνη γενικότερα, έχουν αναπτυχθεί δύο βασικές προσεγγίσεις που έχουν εν πολλοίς επιβληθεί ως «ο κανόνας»: η μεν Κίνα είναι η χώρα που στις πολεμικές της τέχνες δίνεται μεγάλη έμφαση στο «μεγάλο δάσκαλο» με σχεδόν μεταφυσικές δυνάμεις και γνώσεις, από τον οποίο πηγάζει η περίφημη «γενεαλογία» της κάθε σχολής και η εμμονή στην «παλιά γνώση» που είναι πάντα καλύτερη και αυθεντικότερη από τη νέα, η δε Ιαπωνία είναι η κατ’ εξοχήν χώρα που παρουσίασε την κεντρική οργάνωση και διεύθυνση των πολεμικών της τεχνών ως ουσιαστικά γραφειοκρατικών μηχανισμών, με «αρχηγείο», ιεραρχία, αυστηρά δομημένη ύλη, «πρέσβεις» και παραρτήματα σε όλο τον κόσμο, ζώνες, εξετάσεις, διπλώματα και όλα τα συμπαρομαρτούντα, τα οποία αργότερα μιμήθηκαν και άλλοι εκτός Ιαπωνίας (κυρίως οι Κινέζοι και οι Κορεάτες).
Ομως, αν βγάλουμε από τη μέση την Ιαπωνία και την Κίνα, βλέπουμε πως σε όλες τις άλλες χώρες με παράδοση πολεμικών τεχνών αυτός ο τύπος οργάνωσης δεν ισχύει. Ενα κλασικό παράδειγμα είναι οι πολεμικές τέχνες των Φιλιππίνων, που βρίσκονται στο αντίθετο άκρο από τις κινέζικες και ιαπωνικές: στις Φιλιππίνες η επικρατούσα νοοτροπία ήταν και είναι πως ο κάθε έμπειρος και ικανός ασκούμενος στις ντόπιες πολεμικές τέχνες μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να ξεκινήσει την δική του σχολή (ουσιαστικά, την δική του πολεμική τέχνη) και αν αυτό που έχει να διδάξει θεωρηθεί αξιόλογο, τότε αποκτά ένα αριθμό μαθητών, αν όχι, τότε μένει στην αφάνεια. Αποτέλεσμα αυτής της κάπως άναρχης αλλά αρκετά «αυθεντικής» λογικής είναι η ύπαρξη δεκάδων, αν όχι εκατοντάδων, στυλ πολεμικών τεχνών στις Φιλιππίνες, τα περισσότερα από τα οποία ιδρύθηκαν τα τελευταία 50 χρόνια, και που το καθένα εκπροσωπεί την προσωπική εκδοχή ενός δάσκαλου γιά την φιλιππινέζικη π.τ. (όπου μάλιστα πολλές εκδοχές διαφέρουν αρκετά μεταξύ τους), χωρίς να υπάρχουν ουσιαστικά ομοσπονδίες ή άλλοι κεντρικοί οργανισμοί που να ελέγχουν ή να ενοποιούν αυτό τον χώρο. Τα βιβλία του Αμερικανού συγγραφέα Mark V. Wiley δίνουν μία εξαιρετική ανάλυση σε αυτό το πολυδαίδαλο και ενδιαφέρον θέμα.
Από την άλλη, σε χώρες όπως η Ταϋλάνδη και η Βιρμανία, όπου οι ντόπιες πολεμικές τέχνες εν πολλοίς διοχετεύθηκαν στα μαχητικά αθλήματα (muay thai, lethwei) η σημασία μετατοπίστηκε από τους «δασκάλους» και τις γενεαλογίες στους προπονητές, τους αθλητές και τα αποτελέσματα των αγώνων, μία εξέλιξη που κατέστησε άχρηστο τόσο τον κινέζικο μυστικισμό όσο και την άκαμπτη ιαπωνική ιεραρχία και «επετηρίδα».
Η Ρωσία παρουσιάζει (και) σε αυτό το θέμα αρκετά ειδικά και μοναδικά χαρακτηριστικά, ξεκινάμε όμως με την διαπίστωση ότι η κυρίαρχη νοοτροπία έχει πολλά κοινά με την αντίστοιχη φιλιππινέζικη. Κατ’ αρχήν, στη Ρωσία δεν υπήρχε επίσημα «ρωσική πολεμική τέχνη» (με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή σήμερα) πριν το 1991. Καθώς επί ΕΣΣΔ όλων των ειδών τα αθλητικά σωματεία και οι συναφείς δραστηριότητες ελέγχονταν και εκπορεύονταν από το κράτος, στον τομέα των πολεμικών τεχνών και μαχητικών σπορ το κράτος ενθάρρυνε την προπόνηση στο Sambo (μαχητικό άθλημα που εν πολλοίς «κατασκευάστηκε» στη δεκαετία του 1920 με βάση κυρίως το ιαπωνικό Judo και την ελευθέρα πάλη), την πάλη, την πυγμαχία και το judo (δηλαδή τα ολυμπιακά μαχητικά αθλήματα) και επέτρεπε την λειτουργία ενός αριθμού σχολών καράτε. Παράλληλα, στον στρατό (άρα, χωρίς να έχουν πρόσβαση οι πολίτες) διδασκόταν το λεγόμενο «στρατιωτικό sambo» αναμεμειγμένο με τεχνικές καράτε, ενώ σε λίγες μονάδες διδασκόταν πειραματικά (μετά την δεκαετία του 60) το σύστημα του μηχανικού Alexei Kadochnikov, που βασιζόταν στο «μαλακότερο» sambo του προγενέστερου Viktor Spiridonov.
To σύστημα αυτό λεγόταν απλώς «σύστημα του Kadochnikov» (Systema Kadochnikova) και παρέμεινε στη σκιά ουσιαστικά μέχρι την πτώση της ΕΣΣΔ. Παράλληλα, σε όλη την επικράτεια της ΕΣΣΔ υπήρχαν στυλ λαϊκών-φολκλορικών μαχητικών αθλημάτων, κυρίως παλαιστικά ή kulachni boi (μάχη με γροθιές), που ωστόσο ήταν συνδεδεμένα με θρησκευτικές γιορτές και τοπικές παραδόσεις, συνήθως λάβαιναν χώρα σε πλατείες χωριών ή αγρούς με συνοδεία ακορντεόν ή μπαλαλάικας, και δεν αποτελούσαν συστήματα αυτοάμυνας αλλά περισσότερο τρόπους διασκέδασης και εκτόνωσης, αναμφισβήτητα με κάποιο μακρινό μαχητικό παρελθόν. Αυτά τα λαϊκά σπορ γίνονταν ανεκτά από τις σοβιετικές αρχές ως «πολιτισμικές εκφράσεις» αλλά η συστηματική καλλιέργεια τους μέσα από σχολές κ.λ.π. απαγορευόταν αυστηρά.
Μετά το 1991, αυτό που άλλαξε άρδην το τοπίο των ρωσικών πολεμικών τεχνών ήταν ότι το κράτος απέσυρε από τη μία ημέρα στην άλλη τον ασφυκτικό του έλεγχο στον χώρο, κρατώντας μόνο μία σχέση με το ούτως ή άλλως αυστηρά οργανωμένο (ομοσπονδίες, πρωταθλήματα κλπ) Sambo και τα λοιπά ολυμπιακά αθλήματα. Ως αποτέλεσμα, πολλοί έμπειροι ασκούμενοι ή εκπαιδευτές από τον στρατό, ωθούμενοι και από την μεγάλη οικονομική κρίση στη Ρωσία της δεκαετίας του 90, ξεκίνησαν να ιδρύουν, γιά πρώτη φορά ελεύθερα, δικές τους σχολές και συστήματα με διάφορα ονόματα και τίτλους. Στη συντριπτική πλειοψηφία τους, οι δάσκαλοι εκείνης της πρώτης μετασοβιετικής γενιάς είχαν γνωρίσει, περισσότερο ή λιγότερο, την δουλειά του Kadochnikov, ενώ πολλοί είχαν παράλληλη εμπειρία σε κάποιο άθλημα (sambo, judo) αλλά και στο καράτε. Επί της ουσίας όμως, σε εκείνη την χρονική φάση γεννήθηκε αυτό που λέμε «σύγχρονη ρωσική πολεμική τέχνη», στην πραγματικότητα λόγω συγκυριών και σχεδόν από το πουθενά, μιά και πριν το 1991 εκτός από τα αναγνωρισμένα σπορ στην ουσία δεν υπήρχε ένα σαφές, στέρεο και συγκροτημένο υπόβαθρο πολεμικών τεχνών/αυτοάμυνας στη Ρωσία.
Είναι χαρακτηριστικό όλης αυτής της κατάστασης, που επιπλέον ενισχύεται από την παραδοσιακή ρωσική μυστικοπάθεια, πως οι ιδρυτές της πιό γνωστής σχολής της ρωσικής π.τ., του Systema, Mikhail Ryabko και Vladimir Vasiliev δεν έχουν ποτέ αναφέρει από ποιούς διδάχθηκαν, τι προηγούμενη εμπειρία πολεμικών τεχνών είχαν και πως προέκυψε το Systema (γιά την ιστορία, ο μεν Ryabko φέρεται να έχει κάποια προηγούμενη εμπειρία στις κινέζικες πολεμικές τέχνες, ο δε Vasiliev ήταν καρατέκα και γιά ένα διάστημα μαθητής του Retuinskih στο ROSS και του Α. Shevzov στο φολκλορικό στυλ Liubki). Αυτό που έκαναν βασικά ήταν αυτό που έκαναν όλοι οι άλλοι, δοθείσης της ευκαιρίας (ή της αναγκαιότητας) με βάση όσα ήξεραν ως τότε ίδρυσαν το δικό τους σύστημα.
Αυτή η εντελώς ελευθεριακή προσέγγιση, που οφείλεται στο μικρό χρονικό βάθος της σύγχρονης ρωσικής πολεμικής τέχνης αλλά και σε μια εγγενή, ας πούμε, «απέχθεια» προς την αυστηρή οργάνωση των Ρώσων καθώς και στο τεράστιο μέγεθος μιάς χώρας γεμάτης επί μέρους τοπικισμούς, έγινε στην πορεία μέρος της ουσίας και της ταυτότητας των ρωσικών σχολών, συνυφασμένο με πολλά καλά (και κάποια κακά) στοιχεία που τις χαρακτηρίζουν. Ο ισχυρός προσωπικός (ουσιαστικά, προσωποπαγής) χαρακτήρας των σχολών της ρωσικής πολεμικής τέχνης σε συνδυασμό με μία ραχοκοκκαλιά ύλης που βασίζεται περισσότερο σε μηχανικές αρχές (concepts) παρά σε τεχνικές έχει σαν αποτέλεσμα σήμερα, εν έτει 2019, πολλά από τα επί μέρους στυλ της ρωσικής π.τ. να έχουν αποκλίνει πάρα πολύ από το πρωτότυπο, που συνήθως ορίζεται ως το σύστημα του Kadochnikov, και να παρουσιάζουν μία εικόνα που 20 χρόνια πριν δεν θα γινόταν εύκολα δεκτή ως «ρωσική πολεμική τέχνη». Από την άλλη όμως η σύχρονη ρωσική π.τ. ακριβώς λόγω της χαλαρής δομής της και της απέραντης δυνατότητας γιά προσωπική έκφραση που προσφέρει, έχει την πιό ανοιχτόμυαλη προσέγγιση ίσως στον κόσμο των πολεμικών τεχνών, ενσωματώνοντας διαρκώς καινούρια στοιχεία και δίνοντας έμφαση στον πειραματισμό και τον νεωτερισμό, κάτι που πρακτικά απαγορεύεται στις περισσότερες άλλες τέχνες και σπορ, όπου συνήθως υπάρχει μόνο «μία και μοναδική αλήθεια» και όλοι οφείλουν να υποτάσσονται σε αυτή.
Ετσι λοιπόν, σχεδόν καμία από τις σημερινές σχολές της ρωσικής π.τ. δεν έχει συγκεκριμένη «γενεαλογία» με την κλασική (κινεζική) έννοια, ούτε ανήκει σε κάποια ομοσπονδία ή άλλο κεντρικό οργανισμό, κατά το ιαπωνικό πρότυπο – με τη μοναδική εξαίρεση του Systema, που η παγκόσμια εξάπλωση του οδήγησε στη μεταγενέστερη δημιουργία ενός διεθνούς μηχανισμού αντίστοιχου με το Judo ή το Karate. Αυτή βέβαια η ισχυρή οργάνωση του Systema έχει ως αποτέλεσμα οι περισσότεροι άνθρωποι εκτός Ρωσίας να πιστεύουν ότι το Systema είναι η μοναδική ρωσική πολεμική τέχνη, κάτι που φυσικά δεν ισχύει καθόλου.
Αυτή την στιγμή στη Ρωσία υπάρχουν δύο κατηγορίες σχολών/συστημάτων (και δεν αναφέρουμε καθόλου το Sambo, που είναι εντελώς ξεχωριστή περίπτωση): οι σχολές με έμφαση την αυτοάμυνα, όπως το ROSS του A. Retuinskih, το Izvor του M. Grudev, το Volk του D. Ryauzov, το VOIN του S. Tyschenko, το Sibirski Vjun του D. Skogorev, το Systema Spetsnaz του V. Starov, το NeoCombat του D. Vlasov, το Strela του V. Kryukov, το RUBI του K. Mistrekov, το Randabor του I. Yarosevich, το Systema Maksimtsov του A. Maksimtsov, το Systema Siberian Cossack του A. Karimov, το Combat Russe του V. Kundekikh, το Extreme Fight του Υ. Kormushin και αρκετά ακόμα. Επίσης, υπάρχουν οι σχολές με έμφαση στην αναβίωση της παραδοσιακής ρωσικής/σλαβικής κουλτούρας (ενίοτε και του νεοπαγανισμού) όπου η πολεμική τέχνη είναι συχνά «δεμένη» με μουσική, χορό και τελετουργίες, καθώς και με το φολκλορικό σπορ της μάχης με γροθιές (kulachni boi). Τέτοια συστήματα «νεοπαραδοσιακά» είναι τα Skobar, Buza, Liubki, Slaviano Goritskaya Borba και το ενδιαφέρον σύστημα RAF (Russian All-Round Fighting), που η ύλη του απλώνεται σε πολλά γηγενή μαχητικά αθλήματα (μάχη σώμα με σώμα, πάλη, μάχη με λακτίσματα, μονομαχία με ομοιώματα μαχαιριών, λογχομαχία κλπ).
Οπως βλέπετε, είναι πάρα πολλά τα ρωσικά συστήματα, ΟΛΑ ιδρύθηκαν μετά το 1991 (χαρακτηριστικό είναι ότι όλοι οι ιδρυτές τους βρίσκονται εν ζωή) και το καθένα εκφράζει απλώς την μαχητική αντίληψη του δημιουργού του. Στη Ρωσία, όλα μπαίνουν κάτω από τον όρο-«ομπρέλα» Rukopashnii Boi, που σημαίνει «μάχη σώμα με σώμα» ή απλώς, άοπλη μάχη. Ωστόσο, περαιτέρω ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι στη σκηνή της σύγχρονης ρωσικής πολεμικής τέχνης υπάρχουν πλέον και σχολές/συστήματα που έχουν ιδρυθεί εκτός Ρωσίας, τα περισσότερα μάλιστα από μη Ρώσους. Την αρχή έκανε ο σημαντικός Αμερικανός εκπαιδευτής Scott Sonnon (ο άνθρωπος που εν πολλοίς εξήγησε τις αρχές της ρωσικής π.τ. στο δυτικό κοινό μέσα από τα λεπτομερέστατα βίντεο του στη δεκαετία του 90), όταν αποσπάστησε από το σύστημα ROSS και συνέχισε να διδάσκει την ίδια ύλη, αλλά κάτω από τον τίτλο RMAX που έδωσε στην σχολή την οποία ίδρυσε.
Ενας άλλος πολύ σημαντικός εκπρόσωπος της σύγχρονης ρωσικής π.τ. είναι ο Καναδός Kevin Secours, που αποσπάστησε από την οργάνωση του Systema και ίδρυσε το δικό του σύστημα Combat Systema, που στην πραγματικότητα δεν έχει καμία σχέση με το Systema. Το ίδιο έκανε και ο Σέρβος Aleksandar “Alex” Kostic, από τους παλιότερους εκπαιδευτές Systema, που το 2010 ξεκίνησε το δικό σύστημα Homo Ludens. Αλλοι μη Ρώσοι που ίδρυσαν τις δικές τους σχολές ρωσικής π.τ. είναι ο Αμερικανός Matt Powell (PRAMEK), o Βρετανός Paul Genge (Combat Lab), o Κορεάτης DK Yoo (Warfare Combat System), o Βούλγαρος Igor Grujic (Soko Combat System), o Πολωνός Czesław Poczykowski (Sambo Systema), ενώ υπάρχουν και Ρώσοι που ίδρυσαν τα δικά τους συστήματα εκτός Ρωσίας, όπως ο Val Riazanov (Combat Sambo Riazanov – Ballistic Street Defense) στην Αγγλία και στο Dubai και o Sergei Malakhov (Berserk Rukopashni Boi) στην Αργεντινή.
Μέσα σε αυτό το μέγα πλήθος σχολών ανά τον κόσμο που εκπροσωπούν την σύγχρονη ρωσική πολεμική τέχνη βρίσκεται και το STORM, που ιδρύθηκε ακολουθώντας τον κλασικό ρωσικό τρόπο – χρόνια εκπαίδευσης που οδήγησαν σταδιακά σε μία συγκεκριμένη προσέγγιση, που στη συνέχεια έγινε μία αυτόνομη σχολή (γιά λόγους τόσο εκπαιδευτικής ουσίας όσο και εμπειρίας από τις δυσκολίες που η επικοινωνία και η σύμπραξη με τους Ρώσους δυστυχώς παρουσιάζει). Το πλήθος των βίντεο της σχολής μας που αναρτούμε στο Youtube και στο Facebook ως δείγματα της δουλειάς μας και η θετικότατη αντίδραση, κυρίως από το εξωτερικό και σε μεγάλο βαθμό από άλλους εκπαιδευτές, μας πείθουν ότι η επιλογή μας ήταν σωστή. Το υλικό αυτό βρίσκεται στη διάθεση του καθένα γιά να το δει και να κρίνει αν τον ενδιαφέρει να προπονηθεί μαζί μας και να μάθει όσα διδάσκουμε μετά από τόσα χρόνια εμπειρίας, δεδομένου ότι το τημ του STORM είναι, πιά, η πιό παλιά εν ενεργεία ομάδα στη ρωσική πολεμική τέχνη στην Ελλάδα και αναμφισβήτητα εκείνη που έχει προπονηθεί με περισσότερους Ρώσους και μη δάσκαλους. Και το ταξίδι μας στον θαυμαστό κόσμο της ρωσικής πολεμικής τέχνης συνεχίζεται.